Η λέξη επαναδιαπραγμάτευση πουλάει.
Ακούγεται με αφορμή το μνημόνιο και τις εκλογές σχεδόν κάθε δέκα
δευτερόλεπτα σε όποιο κανάλι ή ραδιόφωνο γυρίσεις. Είναι από τις λέξεις
τις οποίες συνηθίσαμε να ακούμε και εξοικειωμένοι πλέον με το άκουσμά
της και μαζί με αυτό εξοικειωμένοι με ό,τι νομίζουμε ότι σημαίνει, την
χρησιμοποιούμε για να κάνουμε πλάκα. Πηγαίνουμε δηλαδή σε μια ταβέρνα,
ζητάμε τον λογαριασμό και μόλις έρθει αστειευόμαστε με τον σερβιτόρο
ζητώντας επαναδιαπραγμάτευση, σκορπώντας χαμόγελα στην παρέα. Τι όμως
σημαίνει στην πραγματικότητα επαναδιαπραγμάτευση;
Καταρχάς πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το
παιχνίδι της προπαγάνδας παίζεται τόσο επιστημονικά που αν ζούσε ο
Γκέμπελς θα παραδεχόταν ότι οι μαθητές ξεπέρασαν τον δάσκαλο. Είναι
γνωστό αυτό που έλεγε ο Γκέμπελς, ότι με την χρήση των κατάλληλων λέξεων
και με τις συχνές επαναλήψεις, μπορείς να κάνεις κάποιον να πιστέψει
ότι ο κύκλος είναι τετράγωνο. Ακούγοντας την λέξη επαναδιαπραγμάτευση
τόσες φορές έχουμε καταφέρει να πιστέψουμε ότι α) η επαναδιαπραγμάτευση
είναι κάτι καλό και β) η επαναδιαπραγμάτευση είναι κάτι εφικτό.
Ας τα πάρουμε ένα ένα. Και μόνο η αποδοχή
της επαναδιαπραγμάτευσης ως «εθνικού σκοπού» (άλλωστε μην ξεχνάμε ότι
θα εκλέξουμε μια κυβέρνηση η οποία τάχα θα κληθεί να
επαναδιαπραγματευτεί το Μνημόνιο) αφαιρεί το ίδιο το αίτημα του λαού για
κατάργηση των Μνημονίων. Υποτίθεται ότι το μήνυμα που έδωσαν οι κάλπες
της 6ης Μαΐου ήταν η απόρριψη του Μνημονίου. Η τιμωρία των
«μνημονιακών» κομμάτων και η άνοδος των «αντιμνημονιακών» σε συνδυασμό
με τα συνθήματα («πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από ‘δω») μεγάλου μέρους
του κόσμου που διαδήλωνε όλο αυτό το διάστημα, θα αρκούσε ως απόδειξη
της λαϊκής βούλησης για συνολική απόρριψη των μνημονίων. Αν το
συνδυάσουμε με την σαφέστατη προεκλογική ρητορική περί καταγγελίας και
ανατροπής του Μνημονίου και όχι επαναδιαπραγμάτευσής του, όπως
εκφράστηκε κυρίως από ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛΛ. προφανώς σημαίνει ότι οι
ψηφοφόροι αυτών των κομμάτων επιθυμούν την πλήρη κατάργηση των Μνημονίων
και όχι απλά την αλλαγή των όρων τους.
Τι μεσολάβησε αυτές τις λίγες εβδομάδες
και «πείστηκε» ο λαός και αυτά τα κόμματα ότι μια επαναδιαπραγμάτευση
είναι κάτι καλό; Είναι αδύνατο να πιστέψει κανείς ότι ξαφνικά ο λαός
έγινε λιγότερο «αντιμνημονιακός» ή αρκείται σε μια διαπραγμάτευση η
οποία θα απαλύνει κάποιους από τους επαχθείς όρους του μνημονίου.
Θα πρόκειται περί λαού στα όρια της
σχιζοφρένειας η αποδοχή ότι σε 2-3 εβδομάδες άλλαξε γνώμη για το
Μνημόνιο και αποδέχεται προτάσεις οι οποίες στην ουσία δεν καταργούν,
αλλά αλλάζουν κάποιες από τις πτυχές του. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι ο
λαός είναι τελικά «μνημονιακός» αλλά επιθυμεί ένα όχι τόσο σκληρό
μνημόνιο. Θα σήμαινε ότι ο λαός επιθυμεί ας πούμε μειώσεις μισθών αλλά
αντί για 20% ας κοπούν 10%. Θα σήμαινε σε τελική ανάλυση ότι δεν θέλουμε
να γίνουμε Βουλγαρία αλλά δεν έχουμε πρόβλημα να γίνουμε Κροατία.
Η ιστορία όμως δεν είναι τόσο απλή. Ας
υποθέσουμε για την οικονομία της συζήτησης ότι ο λαός προτιμάει να είναι
κυβερνώμενος παρά αντιμνημονιακός. Προτιμά μια κυβέρνηση κι ας είναι
μνημονιακή παρά καθόλου κυβέρνηση. Πως εξηγείται η στροφή του κατεξοχήν
αντιμνημονιακού κόμματος που με διάφορες παλινδρομήσεις και αρκετούς
νεολογισμούς στρέφεται στην ουσία στην επαναδιαπραγμάτευση; Η μη επιμονή
στην κατάργηση του μνημονίου, έστω κι αν γίνεται για προεκλογικούς
λόγους ή αν είναι ένας ελιγμός που λειτουργεί ως δούρειος ίππος ώστε να
μαζευτούν όσο το δυνατόν περισσότεροι ψηφοφόροι τους οποίους μετά θα
κάνουμε αντιμνημονιακούς, δεν θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μια
νομιμοποίηση του μνημονίου;
Και πάμε παρακάτω. Είναι η
επαναδιαπραγμάτευση κάτι εφικτό; Προφανώς όχι, άσχετα αν παρουσιάζεται
ως επιλογή. Το γεγονός ότι πριν τις εκλογές το βασικό επιχείρημα του
ΠΑΣΟΚ έναντι της ΝΔ ήταν ότι δεν μπορεί να υπάρχει επαναδιαπραγμάτευση
όμως ξαφνικά ανακάλυψαν ότι μπορούν να επαναδιαπραγματευτούν μάλλον
είναι ένδειξη της σχέσης που έχει δημιουργήσει το συγκεκριμένο κόμμα με
την πραγματικότητα και με τον λαό. Μπορεί, και το έχει αποδείξει
ιστορικά, να διαστρέψει την πραγματικότητα σε τέτοιο βαθμό που να σε
κάνει να πιστέψεις ότι όντως ο κύκλος είναι τετράγωνο. Επίσης έχει το
ακαταλόγιστο, καθώς μπορεί να υποστηρίζει μία θέση σήμερα και αύριο να
υποστηρίζει μια ριζικά διαφορετική. Άλλωστε το κεντρί του επιχειρήματος
του Βενιζέλου είναι ότι όχι απλά μπορούμε να επαναδιαπραγματευτούμε,
αλλά θα θέσουμε στην Τρόικα τα αιτήματα που είχαμε θέσει παλαιότερα και
τότε απορρίφθηκαν.
Το ίδιο τροπάρι και η ΝΔ, όπου εκεί τα
πράγματα είναι ακόμα πιο τραγικά, με δεδομένο ότι ο αρχηγός της είναι
ήδη τόσο αποτυχημένος που ό,τι και να λέει ακούγεται σαν ανέκδοτο.
Προφανώς και δεν είναι δυνατό να υπάρξει
κανενός είδος επαναδιαπραγμάτευση. Είναι σαν να μπαίνουν κλέφτες στο
σπίτι σου και να ξυπνάς την ώρα που ετοιμάζονται να φύγουν και να τους
φωνάζεις παιδιά σταθείτε, αφήστε μου τουλάχιστον τις βέρες και το dvd ρε παιδιά.
Το ανέφικτο της επαναδιαπραγμάτευσης δεν
αποδεικνύεται μόνο από το γεγονός ότι κανείς από τους «εταίρους» μας δεν
είναι διατεθειμένος να επαναδιαπραγματευτεί, αλλά και από τη σύνθεση της
νέας κυβέρνησης που θα προκύψει, όποια κι αν είναι αυτή.
Ας υποθέσουμε ότι θα σχηματιστεί μια
κυβέρνηση των «ορθολογικών» «μνημονιακών» ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΔΗΜΑΡ-Δράση. Αυτή
υποτίθεται ότι θα είναι η σοβαρή κυβέρνηση που θέλουν οι εταίροι μας, η
οποία θα εγγυηθεί ότι θα κάνει τα πάντα για να μείνουμε στο ευρώ. Λέτε
ότι το πρώτο πράγμα που θα κάνει θα είναι να τα βάλει με τους δανειστές
μας; Όποιος πραγματικά το πιστεύει αυτό ας σταματήσει τώρα την ανάγνωση
του κειμένου και ας καλέσει το 166.
Ας πάρουμε όμως και το άλλο σενάριο. Αυτό
στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται κυβέρνηση. Και ας το κάνουμε ακόμα πιο
«αριστερό». Ας υποθέσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παίρνει αυτοδυναμία. Το κόμμα το
οποίο προσπαθεί με κάθε τρόπο να πείσει ότι θέλει την Ελλάδα στο ευρώ το
πρώτο πράγμα που θα κάνει θα είναι να ζητήσει επαναδιαπραγμάτευση με
τους δανειστές γνωρίζοντας ότι αυτό πιθανόν να θέσει –έστω και με τη
μορφή απειλής- σε κίνδυνο την περιβόητη ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας;
Κι αν τους τρομάξει; Ας είμαστε όμως καλόπιστοι. Ας υποθέσουμε ότι ο
ΣΥΡΙΖΑ όχι απλά θα επαναδιαπραγματευτεί αλλά θα ζητήσει την κατάργηση
του Μνημονίου. Πως θα αντιδράσει σε μια πιθανότητα να μη βγάλει άκρη
στην επαναδιαπραγμάτευση; Τι θα γίνει δηλαδή αν πάει στην Μέρκελ και
εισπράξει ένα ΟΧΙ σε ό,τι ζητήσει; Θα κάνει πίσω και θα δεχτεί τους
όρους του Μνημονίου ή θα πάει σε ολική ρήξη με την πηγή των Μνημονίων,
δηλαδή την ΕΕ;
Το ζήτημα δεν είναι αν θα είναι καλύτερη
κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ από τους άλλους. Το ζήτημα είναι πως η
επαναδιαπραγμάτευση έγινε από ανάγκη ή από επιλογή η μόνη διέξοδος που
μας προτείνουν όσοι θέλουν να μας κυβερνήσουν. Το γεγονός ότι θα το
αποδεχτούμε είναι μια ήττα του λαού, μια ήττα που ήρθε ως αποτέλεσμα της
κυριαρχίας του διλήμματος μνημονιακοί-αντιμνημονιακοί, γιατί πολύ απλά
δεν αρκεί να είσαι αντιμνημονιακός.
Ο τρόπος με τον οποίο μπαίνει πια το
ζήτημα της επαναδιαπραγμάτευσης το ζητούμενο είναι ποιος μπορεί να
επαναδιαπραγματευτεί καλύτερα. Ποιος την... έχει μεγαλύτερη την ικανότητα
της επαναδιαπραγμάτευσης δηλαδή. Η όλη διαδικασία μοιάζει με σύγκριση
σεξουαλικών επιδόσεων. Όλοι λένε ότι είναι οι καλύτεροι εραστές, όλοι
πιστεύουν πως αυτοί είναι οι μόνοι που μπορούν να κάνουν καλύτερο έρωτα,
όλοι γνωρίζουν τα μυστικά του οργασμού. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και
με την επαναδιαπραγμάτευση. Και όπως στην πραγματική ζωή υπάρχουν οι
κατά φαντασία εραστές, έτσι και στην μνημονιακή Ελλάδα υπάρχουν οι κατά
φαντασία επαναδιαπραγματευτές.
Ρε άντε επαναδιαπραγματευτείτε…
Πηγή: 2310net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου