Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

Συζήτηση μ’ έναν αγρότη: "Τον Έλληνα αν τον αφήσετε, θα φάει τον τόπο"...



της Αθανασίας Πέτσα

Φεύγουμε από μια πόλη γκρίζα και μουντή. Η κατήφεια και η απογοήτευση στα πρόσωπα του κόσμου που συναντάμε καθημερινά, μας έχει γίνει συνήθεια, τόσο που πια δεν την προσέχουμε. Στο δρόμο, στη δουλειά, στο λεωφορείο, τα βήματα βαριά, τα κεφάλια σκυφτά, τα μάτια βουβά.
Βγαίνουμε από την πόλη και σιγά – σιγά το σκηνικό αλλάζει. Μπροστά μας απλώνεται ο κάμπος της Θεσσαλονίκης. Ανοιχτός ορίζοντας, καθαρός ουρανός, αλλάζει και η δική μας διάθεση, γίνεται κι αυτή πιο ανοιχτή κι η σκέψη μας πιο καθαρή. Πάμε να συναντήσουμε τους αγρότες που έχουν στήσει το μπλόκο τους στα διόδια των Μαλγάρων.

Πίσω από το φράχτη των διοδίων, διακρίνουμε μια ατέλειωτη σειρά τρακτέρ και γεωργικά μηχανήματα, παραταγμένα στις δυο άκρες του δρόμου, έτοιμα να κλείσουν τη διέλευση στη συμφωνημένη ώρα. Οι αγρότες έχουν στήσει μια μεγάλη τέντα, παραδίπλα οι απαραίτητες καντίνες με τους καφέδες και τα “βρώμικα”. Πάμε για συμπαράσταση, πάμε για να συζητήσουμε, αλλά κυρίως πάμε για να ακούσουμε. Ποιοι είναι, τι θέλουν, για ποιο πράγμα βγήκαν στους δρόμους. Να καταλάβουμε τη δική τους αντίληψη γι' αυτόν τον αγώνα. Με τα δικά τους λόγια, χωρίς τις συνδικαλιστικές ή δημοσιογραφικές “μεταφράσεις”. Μας υποδέχονται ανοιχτά και εγκάρδια και σύντομα είμαστε μέρος της παρέας. Πρόσωπα αλλιώτικα από αυτά που συναντάμε κάθε μέρα στην πόλη, βλέμματα που τα φωτίζει η ψυχική ανάταση και η ελπίδα που μόνο στον αγώνα γεννιέται.
Τα μέλη του ΕΠΑΜ Θεσσαλονίκης στη συζήτηση με τους αγρότες του μπλόκου των Μαλγάρων


“Δεν κάνουμε πίσω!” “Θα το πάμε μέχρι τέλους!” Αυτές είναι οι φράσεις που κυριαρχούν στο λόγο τους. Η ερώτηση, εύλογη: “και ποιο είναι το τέλος;” “Να πάρουνε πίσω το ασφαλιστικό και το φορολογικό! Να τα πάρουν όλα πίσω και να συζητήσουμε από μηδενικής βάσης!” Μα, αν ήταν να τα πάρουν πίσω, τότε γιατί να τα φέρουν εξ αρχής; Και, να τα πάρουν πίσω, ποιοι; Η κυβέρνηση που, κατά δική της ομολογία εκτελεί εντολές, ή η τρόικα που πιέζει για ακόμα πιο αυστηρά μέτρα; Ερωτήματα που φέρνουν μια μικρή αμηχανία στην ομήγυρη. Είναι ολοφάνερο ότι αυτές οι σκέψεις βρίσκονται στο πίσω μέρος του μυαλού όλων.

Η ιδέα να επιχειρήσουμε μια συνέντευξη με κάποιον από τους αγρότες στο μπλόκο, ήταν μισοσχηματισμένη στο μυαλό μας, η επιλογή του προσώπου έγινε τυχαία. Είναι ο Μανώλης από τα Κύμινα που ξεκινά να συζητά μαζί μας και που, όταν τον ρωτάμε αν συμφωνεί να τον ηχογραφήσουμε για ένα άρθρο στην εφημερίδα του ΕΠΑΜ, δέχεται πρόθυμα.


Θέτουμε κατ' αρχάς τον παραπάνω προβληματισμό και η απάντησή του μας επιβεβαιώνει ότι αυτές οι σκέψεις ήδη τους απασχολούν.
“Λίγο – πολύ όλα είναι αυτονόητα. Όλοι τα καταλαβαίνουμε, όλοι τα ξέρουμε, απλά δεν είμαστε τόσο διαβασμένοι, δεν ξέρουμε να τα βγάλουμε προς τα έξω.
Τι να γίνει τώρα, πιο μπροστά έπρεπε να γίνει. Τώρα είμαστε ως εδώ (δείχνει στο ύψος της μύτης). Πιο μπροστά μας είχαν ως εδώ (δείχνει στο ύψος του στήθους) μπορούσαμε να σκαλωθούμε, να βγούμε. Τώρα είμαστε μέχρι εδώ και θέλουν να μας πάνε ακόμα πιο κάτω.
Τώρα θέλει θυσίες, γενναίες θυσίες, θέλει να αφήσουμε λίγο την καλοπέραση στην άκρη, λίγο το βόλεμα στην άκρη, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει λίγο πιο σφιχτά τα ζωνάρια. Και τώρα μετακυλίζεται το κακό στις επόμενες γενιές. Γιατί εμείς μάθαμε να περνάμε καλά, δεν θέλουμε να πληρώσουμε εμείς τη νύφη, και λεν σε βάθος χρόνου, μετά από 5 – 10 χρόνια... που θα είναι οι επόμενοι... και δε βαριέσαι. Ναι, αλλά έχουμε παιδιά από πίσω, δεν είμαστε...”

Συζητάμε για τον κόσμο που δεν έχει διάθεση να αγωνιστεί, που θεωρεί κάθε προσπάθεια χαμένη εκ των προτέρων και τα μάτια του αστράφτουν.
“Αν ήξεραν οι παππούδες μας... πήγαν στον πόλεμο, έτσι; αν ήξεραν ότι εμείς θα τα πουλήσουμε έτσι, δεν θα πήγαιναν! Πήγαν πάγωσαν, πολέμησαν... δυστυχώς τώρα...”
Τώρα έχουμε καινούρια κατοχή.
“Έτσι είναι, αλλά ποιος το' χει αντιληφθεί. Εγώ το βλέπω σαν παγκόσμια δικτατορία. Όλα οδηγούνται σε μονοπώλια, βλέπετε τους λαούς, τους πολιτικούς, όποτε μας συμφέρει είμαστε Ευρωπαίοι, αλλά είμαστε Ευρωπαίοι μονομερώς. Λένε κοινή αγροτική πολιτική. Δεν ισχύει. Ούτε την ίδια αντιμετώπιση έχει ο αγρότης έξω απ' ότι έχει στην Ελλάδα. Να, δείτε τα εργαλεία. Όλα είναι ευρωπαϊκά. Ο Έλληνας είναι μόνο αιμοδότης. Μόνο συνεισφέρει. Δεν παίρνει τίποτα.
Λένε επιδοτήσεις. Με την επιδότηση τι έγινε, να πω εγώ τι πιστεύω, χάσαμε όλη την εθνική μας στρατηγική. Με το πάτημα ενός κουμπιού, ξέρουν εκ των προτέρων τι καλαμπόκι θα βγάλουμε, τι ρύζι θα βγάλουμε, τι βαμβάκι θα βγάλουμε... Εγώ το βλέπω σαν ένα είδος ελέγχου. Για να πω ένα απλό παράδειγμα. Αν δεν έχει κάποιος συμφέρον, δε σου δίνει χρήματα τζάμπα. Δε σου δίνει τα λεφτά έτσι, γιατί σ' αγαπάει. Κάπου αποσκοπεί μελλοντικά. Εγώ βλέπω ότι οι βιομηχανίες τους δουλεύουνε, βγάζουν μηχανήματα που τα πουλάνε σ' εμάς, εμείς ο,τι βιοτεχνία είχαμε που έβγαζε εργαλεία, έχει κλείσει. Βλέπω ότι οι Ευρωπαίοι, δείτε στη Γερμανία, στη Γαλλία, στηρίζουνε πρώτα την πρωτογενή παραγωγή. Έχουν διάφορα ινστιτούτα γενετικής βελτίωσης, όλοι οι σπόροι, τα φυτά, τα ζώα, όλα αυτά τα βελτιωμένα, όλα βγαίνουν από κει. Δηλαδή αυτοί δίνουνε βάση στον πρωτογενή τομέα, γιατί όλη η βιομηχανία γυρίζει και στηρίζεται και αναπτύσσεται γύρω από τον πρωτογενή τομέα. Γιατί όλη η βαριά βιομηχανία που θα βγάλει μηχανήματα, μπομπίνες, τρακτέρ, όλη αυτή είναι βαριά βιομηχανία, όλα βγαίνουνε για να δουλεύουνε τη γη. Οπότε όλα είναι ένας κύκλος, μια αλυσίδα. Κι αν δεν υπάρχει η βάση...
Ξεκινάμε από τη βάση. Πρώτα είναι να' χεις να φας, μετά μια στέγη να κοιμηθείς και μετά τα βλέπεις όλα τ' άλλα. Οπότε το πρωτεύον που έχει ανάγκη ο άνθρωπος είναι η τροφή. Και μετά είναι οι υπηρεσίες, και η παραθέριση και οι βόλτες και τα αεροπλάνα και τα τραγούδια και η τηλεόραση, όλα είναι μετά, δευτερεύοντα.”

Ρωτάμε τη γνώμη του για τη συμβολαιακή γεωργία.
 “Δεν είναι λύση. Αυτοί θέλουν να μην είσαι αυτάρκης και αυτοδύναμος, αλλά να είσαι εξαρτώμενος. Αυτό είναι το δεύτερο στάδιο. Γιατί εκ των προτέρων, εφόσον σου έχουνε δώσει μπροστά... γιατί βλέπω τι γίνεται φέτος, έχουν κάνει πολλοί αγρότες συμβολαιακή και εξ αιτίας αυτού, συμβάλλει οι τιμές να είναι χαμηλά, γιατί έχουν εξασφαλίσει εκ των προτέρων τι ποσότητες θα πάρουνε. Αυτή τη στιγμή αυτοί είναι καλύτερα από μας, γιατί πρώτα πωλείται η δικιά τους παραγωγή, επειδή έχουν κάνει συμβολαιακή, ενώ η δικιά μας παραγωγή μένει αδιάθετη, λόγω  του ότι οι εμπόροι πρώτα κοιτάνε να διοχετεύσουν στην αγορά αυτές τις παραγωγές που έχουνε πάρει με τα συμβόλαια κι εμείς αναμένουμε στη σειρά, πότε θα έρθει η ώρα μας, να τελειώσουν απ' αυτούς για να' ρθουν να πάρουνε και τα δικά μας.”

Πιστεύει ότι όλο και περισσότεροι αγρότες θα μπαίνουν σταδιακά σ' αυτό το σύστημα;
“Πιστεύω ναι. Γιατί αν πάμε μεθαύριο... να, σε δυο μήνες θ' αρχίσουμε να παίρνουμε λιπάσματα, φάρμακα, εφόδια, αν πάμε θα μας πουν οι γεωπόνοι, αυτοί οι προμηθευτές θα θέλουνε χρήματα. Αυτοί παίρνουνε κάποια χρηματοδότηση, βάζουνε αυτοί κάποια δικά τους κεφάλαια, υποθηκεύουνε κάποια κτήματα και τους δίνουνε χρηματοδότηση κι έχουν τη δυνατότητα να μας δίνουν εμάς με πίστωση. Αν πει αυτός εγώ δεν μπορώ να σου δώσω με πίστωση, θ' αναγκαστούμε κι εμείς να πάμε στη συμβολαιακή. Το οποίο για μένα σημαίνει ότι εκ των προτέρων οι εμπόροι μας έχουνε βάλει στο χέρι και δεν μπορούμε να ασκήσουμε... εντός εισαγωγικών, τώρα τι να ασκήσουμε... σε μια ελεύθερη αγορά, σε μια χώρα με ανοιχτά σύνορα και ελεύθερο εμπόριο... δεν μπορούμε να ασκήσουμε καμιά πολιτική, ας πούμε. Γιατί εμείς οι αγρότες τα λέμε όλα, λέμε το φορολογικό, λέμε το ασφαλιστικό, αλλά κανένας δε λέει ότι εμείς δεν ξέρουμε ούτε πόση παραγωγή θα έχουμε, γιατί έχουμε τα καιρικά φαινόμενα, τα παγκόσμια φαινόμενα της αγοράς... αλλού έκανε θεομηνία... δηλαδή παρακαλάμε εμείς να χαλάσουνε τα ρύζια κάτω στη Μιανμάρ, κάτω στην Ταϋλάνδη, για να πουληθούν τα δικά μας! Έχουμε τον απρόβλεπτο παράγοντα και δεν ξέρουμε τι παραγωγή θα βγάλουμε, το μόνο που ξέρουμε κάθε χρόνο είναι πόσο χρεωνόμαστε. Το πόσα θα βγάλουμε, δεν το γνωρίζουμε.”

Ο λόγος του κυλάει αβίαστα. Σχεδόν δε χρειάζεται να τεθούν ερωτήματα. Είναι όλες αυτές οι σκέψεις που στριμώχνονταν και δε έβρισκαν δρόμο να εκφραστούν και τώρα, σα να' χει σπάσει ένα φράγμα, ξεχύνονται σε έναν χείμαρρο από λέξεις.
“Εγώ είμαι 40 χρονών. Θυμάμαι τον παππού μου, τον πατέρα μου, που έλεγαν θα γίνουμε καλύτερα, θα γίνουμε καλύτερα... και βλέπω ότι όλα πάνε προς το χειρότερο. Προς το καλύτερο δεν έχει πάει τίποτα. Για μας. Τώρα για τους άλλους... ίσως για μας υπάρχει μια άλλη αλήθεια και για τους άλλους υπάρχει μια άλλη αλήθεια. Γι' αυτούς πάνε καλύτερα. Για μας δεν πάνε. Και πιστεύω τελικά και η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ και όλα αυτά, ήτανε προς όφελος κάποιων λίγων. Όχι για μας.
Κι ένα άλλο θέλω να πω. Που δε βλέπω να αποδίδεται πουθενά δικαιοσύνη. Τα ασφαλιστικά ταμεία είχανε δισεκατομμύρια χρήματα, λένε ότι επενδύθηκαν σε τοξικά ομόλογα, τα οποία δεν ψάχνει κανείς να βρει τους υπεύθυνους, πού πήγαν αυτά τα χρήματα και τώρα καλούμαστε εμείς, πάλι αιμοδότες, πάλι από μας δηλαδή να βγει το κακό; Εμείς άμα χρωστάμε 500 ευρώ στην εφορία μας δένουν χειροπόδαρα, δεν μπορούμε να κινηθούμε, δεν μπορούμε να πάρουμε επιδοτήσεις, δεν μπορούμε τα αυτονόητα, δεν μπορούμε να κινηθούμε.
Όλα αυτά, μεταξύ μας τα συζητάμε αλλά δεν μπορούμε να τα μεταδώσουμε προς τα έξω. Αυτοί για να κάνουνε ένα βήμα μπροστά, έχουνε καθαρίσει το έδαφος για δέκα βήματα. Προετοιμάζουνε με νομοθεσίες, τα φτιάχνουν, τα σπρώχνουν, τα μαγειρεύουν τα πράγματα προς τη μεριά που θέλουνε, κι εμείς είμαστε όλο εκτεθειμένοι, όλο ακάλυπτοι... Δεν μπορούμε να πολεμήσουμε. Αισθανόμαστε όλοι σα να μας έχουνε ρίξει σε μια θάλασσα χωρίς σωσίβιο, χωρίς ελπίδα, χωρίς τίποτα.”

“Κι ένα άλλο να πω. Οι αγρότες είχανε πληγεί, γύρω στο '90, όταν ψηφίσανε αυτά τα ανοιχτά σύνορα, ελεύθερο εμπόριο, από τότε είχε έρθει το κακό σε μας, αλλά δε φάνηκε τόσο γιατί μας στήριξαν λίγο με τις επιδοτήσεις. Και λίγο δε φάνηκε το κακό. Τώρα που αρχινάνε να κλείνουνε τις κάνουλες από τα δάνεια και τις επιδοτήσεις και μένουμε εκτεθειμένοι, τώρα άρχισε να φαίνεται το κακό.”

“Κι ένα άλλο που έχουμε δει όλοι. Που λέγαμε ότι έχουμε ανάπτυξη, η Ελλάδα θα πάει μπροστά, όλα ήταν ένα ψέμα, όλο ήτανε στημένο. Γιατί η ανάπτυξη αυτή βασίστηκε στο δάνειο και την επιδότηση. Εμείς οι αγρότες επειδή δουλεύουμε όλο το χρόνο και μία φορά το χρόνο παίρνουμε χρήματα, δεν ξέρουμε, την άλλη χρονιά θα κάνει καλό καιρό; Θα έχουμε παραγωγή; Κοιτάμε λίγο πολύ να έχουμε μία καβάντζα στην άκρη. Δηλαδή, αν πάμε καλά τη μία χρονιά, δεν παρασυρόμαστε να ανοιχτούμε, να κάνουμε. Και για να περισσέψουμε, να πάρουμε ένα αυτοκίνητο, κάτι, μπορεί να περνούσαν και πέντε και δέκα χρόνια. Και με μια ευκολία τον καιρό που πέρασε, όλοι αυτοκίνητο, όλοι σπίτι, όλοι διακοπές, αλλά όχι με λεφτά που δουλέψαμε και τα περισσέψαμε, με λεφτά που ήτανε δανεικά. Και τότε όλη μέρα οι τράπεζες έπαιρναν τηλέφωνο, ελάτε να πάρετε δάνειο, χαμηλότοκο δάνειο, και τώρα τι έγιναν όλα αυτά; Πώς δηλαδή; Κάποτε υπήρχε χρήμα και τώρα δεν υπάρχει; Απλά, τα δάνεια και οι επιδοτήσεις ήτανε πιστεύω η παγίδα και το δόλωμα.
Δε λέω μόνο για τον τομέα τον αγροτικό. Λέω και για τον κτηνοτροφικό και τον βιοτεχνικό και τον βιομηχανικό, γιατί το πρόβλημα το αναδεικνύουμε εμείς, αλλά το πρόβλημα είναι όλης της κοινωνίας.”

Αυτή τη στιγμή η κινητοποίηση των αγροτών είναι η πιο δυναμική αντίδραση αυτής της κοινωνίας που καταρρέει. Ο ίδιος τι θα θεωρούσε ως επιτυχία αυτού του κινήματος;
“Δυστυχώς, η επιτυχία θα ήταν να γινότανε όλα όπως ήτανε πριν, αλλά δε γίνεται αυτό.”
Στο ερώτημα όταν λέει πριν, πότε ακριβώς το εννοεί, γελάει. Αμήχανη παύση, το μυαλό πάει προς τα πίσω... και λίγο πιο πίσω... και λίγο ακόμα...
“Πριν πότε; Πριν το '90 να πω. Τότε θα ήταν επιτυχία να γινόταν έτσι τα πράγματα, αλλά δυστυχώς στήθηκε όλο το σκηνικό. Τώρα μια μικρή επιτυχία... θα ήταν έστω να πετύχουμε αυτό, το αφορολόγητο, έστω τα δώδεκα χιλιάρικα και να μείνει ως έχει το ασφαλιστικό. Για να μπορέσουμε λίγο, ΛΙΓΟ να σταθούμε στα πόδια μας. Να πούμε ότι υπάρχω εγώ ο αγρότης, δίπλα σε μένα υπάρχει κι ο άλλος που κάνει τα γεωργικά μηχανήματα, δίπλα σ' αυτόν κι ο βενζινάς που θα μου βάλει πετρέλαιο, δίπλα σ' αυτόν κι αυτός που πουλάει τα φάρμακα κι αυτός που θα πάρει να επεξεργαστεί το ρύζι, να υπάρχει λίγο έστω μια μικρή κίνηση απ' όλους.”

 Οι πολιτικοί μας συνήθως μιλάνε για “λάθη και παραλείψεις” και οι εταίροι μας λένε ότι πάμε τόσο άσχημα επειδή δεν εφαρμόσαμε σωστά το “πρόγραμμα”. Ο ίδιος τι πιστεύει; Πιστεύει ότι όλα αυτά γίνανε από λάθος;
“Τίποτα. Δεν είναι τόσο αφελείς. Κανένας δεν είναι τόσο αφελής. Τον Έλληνα αν τον αφήσετε, θα φάει τον τόπο, δεν υπάρχει περίπτωση. Θέλετε να σώσετε, να σωθεί η χώρα; Πάρτε έναν αγρότη. Και σας εξήγησα γιατί. Χωρίς να ξέρει πόσο θα βγάλει, τι θα βγάλει, τι δεν θα βγάλει, μπορεί κι επιβιώνει. Γιατί βλέπει πολύ πιο μπροστά. Βλέπει, που λένε, και πίσω από το τείχος. Ενώ κάποιοι άλλοι βλέπουνε μπροστά τους και πίσω. Δυστυχώς, εγώ πιστεύω τα ξέρουν αυτά, γιατί όχι μόνο ο αγρότης, ο κάθε Έλληνας και ο κάθε άνθρωπος, τα αυτονόητα μπορεί να τα αντιληφθεί και να τα καταλάβει.”

Και, τελικά, πού αποσκοπούν όλα αυτά;
“Πού πιστεύω. Να πάνε όλα σε λίγους. Σε λίγους και όχι σε Έλληνες. Πιστεύω ότι αυτός είναι ο απώτερος σκοπός, γιατί, ένα παράδειγμα, με τα δάνεια λέει ότι θα 'ρθούνε εταιρείες απ' έξω
και θ' αγοράσουνε τα δάνεια. Ο αγρότης πολύ εύκολα μπορεί από τη μία χρονιά στην άλλη να μείνει ξεκρέμαστος, γιατί βάζουμε κάποιο χρέος, αν μείνουνε μία χρονιά αδιάθετες οι παραγωγές, έχουμε μείνει όλοι ανοιχτοί. Οπότε μας έχουνε... ένα τεχνητό κώλυμα να δημιουργήσουνε μία χρονιά, μπορούν να μας βάλουνε όλους στο χέρι. Και αυτοί που θα μας βάλουν στο χέρι, δεν είναι Έλληνες, απ' ότι φαίνεται. Εγώ αρπαχτικά τους λέω.”

Το βραδάκι, στο μπλόκο στήνονται τα όργανα. Μια κιθάρα, ένα μπουζουκάκι, τραγούδια βγαλμένα απ' την καρδιά του λαού μας. Άλλωστε, αγώνας χωρίς τραγούδι δεν γίνεται.

(Σημ. Τα κείμενα εντός εισαγωγικών αποτελούν προϊόν απομαγνητοφώνησης.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου