του Όθωνα Κουμαρέλλα*
Ο μύθος περί
της επικείμενης καταστροφής που θα επέλθει εάν προχωρήσουμε σε μονομερή
διαγραφή του χρέους και καθιέρωση εθνικού κρατικού νομίσματος εδράζεται, εν
πολλοίς, σε δύο βασικές αυθαίρετες παραδοχές - παραμέ-τρους:
1. Η χώρα
δεν παράγει τίποτα, με συνέπεια εάν «απομονωθεί» από την Ευρώπη ο πληθυσμός να
πεινάσει.
2. Την καθιέρωση εθνικού νομίσματος θα ακολουθήσει μια τεράστια υποτίμηση και υπερπληθωρισμός με δραματικές επιπτώσεις στα εισοδήματα, ή ό,τι έχει απομείνει από αυτά, με συνέπεια την καταβαράθρωση των περιουσιακών στοιχείων, τόσο του δημοσίου, όσο και των ιδιωτών.
Κάθε μια από
τις παραπάνω παραδοχές είναι αρκετή για να προκαλεί φόβο και να καθιστά
επιφυλακτικό προς την εναλλακτική λύση κάθε νουνεχή, αλλά λειψά και μονόπλευρα
πληροφορημένο πολίτη, έστω κι αν αναγνωρίζει ο ίδιος ότι οι ακολουθούμενες
μνημονιακές πολιτικές οδηγούν σε αργό θάνατο, τόσο την οικονομία της χώρας, όσο
και την ίδια την κοινωνία σε εξαθλίωση.
Ας δούμε μια
προς μια τις παραπάνω παραμέτρους - φόβητρα:
1. Λέγεται
ότι η χώρα δεν παράγει τίποτα. Η πραγματικότητα είναι ότι η χώρα παράγει πολύ λιγότερα
από αυτά που θα μπορούσε να παράξει, εξ αιτίας των ακολουθούμενων πολιτικών
απαξίωσης της παραγωγής, τόσο μέσω των κανόνων και των οδηγιών της ΕΕ, όσο και
με τον
στραγγαλισμό της οικονομίας από την έλλειψη ρευστότητας. Το δυσθεώρητο
χρέος απομυζά κάθε πόρο και κάθε ικμάδα από την οικονομία.
Η Ελλάδα
όμως έχει τεράστια περιθώρια ανάπτυξης των πλουτοπαραγωγικών της πηγών και
εκμετάλλευσης των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων προς όφελος του πληθυσμού της,
εάν και εφ’ όσον αφεθεί ελεύθερη να προχωρήσει σε ανασύνταξη των παραγωγικών
της δυνάμεων. Τόσο αναφορικά με την γεωργοκτηνοτροφική της παραγωγή, την
αλιεία, τη βιοτεχνία, την ελαφρά και την μεταποιητική βιομηχανία, την ενέργεια,
όσο και στον τομέα των υπηρεσιών υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες από ένα
δυναμικό που σήμερα αργεί και σιγοσβήνει.
Δεν
ανταποκρίνεται όμως στην αλήθεια ότι η χώρα μας δεν παράγει τίποτα. Αυτή η
γενική εντύπωση καλλιεργήθηκε σκόπιμα εδώ και πολύν καιρό και χρησιμοποιείται
τώρα από την επίσημη προπαγάνδα, για να συκοφαντηθεί η μόνη λύση που μπορεί να
βγάλει την χώρα από τα αδιέξοδά της.
Η χώρα μας
είναι μια εξαιρετικά ευνοημένη χώρα από άποψη δυνατοτήτων ανάπτυξης της
παραγωγικής της βάσης σε όλους τους τομείς. Αρκεί να αντιστραφούν οι πολιτικές
που την καταδικάζουν σε υπανάπτυξη. Η έξοδος από την ευρωένωση θα απελευθερώσει
δυνάμεις και σύντομα η χώρα μας θα κατακτήσει αυτό που της αρμόζει στον
παγκόσμιο καταμερισμό.
Όλοι ομιλούν
για ανάπτυξη, επενδύσεις -που δεν έρχονται- και παραγωγική ανασυγκρότηση, αλλά
κανείς δεν προσδιορίζει σαφώς το περιεχόμενό τους, ούτε έχει γίνει κάτι σε
αυτήν την κατεύθυνση τόσα χρόνια. Δεν είναι μόνο η ανικανότητα των κυβερνώντων
να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις. Είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός πια, ότι
παραγωγική ανασυγκρότηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα στο δοσμένο
ευρωενωσιακό πλαίσιο.
Με τη
διαγραφή του χρέους και το εθνικό νόμισμα θα απελευθερωθούν τεράστιοι πόροι που
μπορούν να κατευθυνθούν στην ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας. Πρώτα με το
χρέος μη αναγνωρισμένο και τη στάση πληρωμών προς τους δανειστές, οι πόροι που
σήμερα δεσμεύονται για την εξυπηρέτηση του χρέους θα απελευθερωθούν. Ταυτόχρονα
με το εθνικό κρατικό νόμισμα η ρευστότητα θα πάψει να ελέγχεται από την ΕΚΤ κι
έτσι η εθνική οικονομία θα μπορεί να εξασφαλίσει με άνεση τους αναγκαίους
υγιείς και μη δανειακούς πόρους για την ανασυγκρότησή της. Η αποκατάσταση της
νομισματικής κυριαρχίας είναι το κλειδί για την παραγωγική ανασυγκρότηση της
Ελλάδας.
Με δεδομένη
την ανάγκη άμεσης ανακούφισης του κόσμου από την -πολυετή ήδη- πολιτική της
εξαντλητικής λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης που κατέστρεψε αξίες και
εισοδήματα, μια δημοκρατική κυβέρνηση οφείλει στα πρώτα μέτρα που θα λάβει, να
συμπεριλαμβάνονται αυτά της αποκατάστασης των εισοδημάτων με κρατικό χρήμα, το
οποίο το ίδιο το δημόσιο θα εκδίδει και θα ελέγχει την κυκλοφορία του. Αυτό
μαζί με την οριστική διευθέτηση των ιδιωτικών χρεών με διαγραφή αυτών που
προέκυψαν τα χρόνια της κρίσης από την παράνομη υπερφορολόγηση των νοικοκυριών
και των μικρομεσαίων, ή από τις τοκογλυφικές πρακτικές των τραπεζών, θα
προκαλέσουν ένα δημιουργικό σοκ στην αγορά, η οποία προκειμένου να καλύψει τις
καταναλωτικές ανάγκες των νοικοκυριών, θα στραφεί στην ταχεία αποκατάσταση των
παραγωγικών δραστηριοτήτων.
2. Και εδώ
ακριβώς εισερχόμαστε στη δεύτερη παραδοχή - πυλώνα της εκστρατείας
κατασυκοφάντησης του εθνικού νομίσματος και της διασποράς φόβου στους πολίτες.
Δηλαδή, ότι με την καθιέρωση εθνικού νομίσματος θα ακολουθήσει ταχεία υποτίμηση
αυτού και υπερπληθωρισμός που δεν θα αφήσει τίποτα όρθιο από εισοδήματα και
αξίες περιουσιακών στοιχείων, συσκοτίζοντας την καταστροφή που συμβαίνει
σήμερα. Εδώ θα πρέπει να σταθούμε πιο αναλυτικά και να κατανοήσουμε τους
τρόπους που ένα νόμισμα υποτιμάται και πως δημιουργείται ο πληθωρισμός σε μια
οικονομία.
Κατ’ αρχήν
ας δούμε πως δημιουργείται ο πληθωρισμός. Πληθωρισμός, δηλαδή υπερβολική αύξηση
των τιμών των προϊόντων σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα, δημιουργείται όταν
έχουμε καρτελοποιημένη αγορά και τα μονοπώλια μπορούν να καθορίζουν αυθαίρετα
τις τιμές. Πληθωρισμός επίσης δημιουργείται όταν σε μια οικονομία η παραγωγή
χρήματος και η κυκλοφορία του είναι αναντίστοιχα μεγαλύτερη από τον παραγόμενο
πλούτο, ή από τον πλούτο που εκτιμάται ότι θα παραχθεί ασκώντας αναπτυξιακές
πολιτικές.
Πηγαίνοντας
σε δικό μας νόμισμα και εφ’ όσον δεν θα είναι δυνατή η χρηματοδότηση από την
ΕΚΤ, η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος και οι
συναλλαγές θα γίνονται λόγω έλλειψης χαρτονομισμάτων μέσω χρεωστικών και
πιστωτικών καρτών, επιταγών συναλλαγματικών κτλ.. Σε αυτή τη φάση δεν υπάρχει
περιορισμός στην έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος που θα πιστώνεται απ’ ευθείας
στους λογαριασμούς των δικαιούχων νοικοκυριών, ενώ η χρηματοδότηση των
επιχειρήσεων θα μπορεί να γίνεται με τον ίδιο τρόπο, από τις ευρισκόμενες σε
εκκαθάριση εν λειτουργία τράπεζες, που ταυτόχρονα θα αλλάζουν ρόλο και σκοπό
και θα προσανατολίζονται αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση της εθνικής οικονομίας.
Με δεδομένο ότι η αγορά «διψάει» για καθαρό χρήμα, που δεν θα δημιουργεί
δανειακές υποχρεώσεις και τοκογλυφία κανένα πρόβλημα πληθωρισμού δεν μπορεί να
παρουσιαστεί μέχρι η ίδια αυτή αγορά κορεστεί. Το εισόδημα που θα πέσει στην
αγορά κατευθυνόμενο κατ’ αρχή στην ικανοποίηση βασικών αναγκών των νοικοκυριών
δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα, ενώ ο τζίρος θα δώσει μεγάλη ώθηση στην ανάκαμψη
της παραγωγής, εφ’ όσον ταυτόχρονα λαμβάνονται μέτρα προστασίας της, συνεπώς θα
δημιουργηθούν και εύλογες προσδοκίες για επιταχυνόμενη ανάπτυξη.
Η ισοτιμία
του νομίσματος θα καθοριστεί διοικητικά από το κράτος και θα «κλειδώσει»,
τουλάχιστον αρχικά. Ας πούμε ότι αυτή η ισοτιμία θα είναι 1 προς 1, αν και δεν
έχει νόημα αυτή καθ’ αυτή η ισοτιμία του νέου νομίσματος με το ευρώ, διότι αυτό
που έχει σημασία είναι η κυκλοφορία των αντίστοιχων ποσοτήτων χρήματος που
απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της οικονομίας και της προσπάθειας
για παραγωγική ανασυγκρότηση. Δηλαδή αν καθοριστεί μια ισοτιμία 1/1 και οι
ανάγκες είναι π.χ. 60 δις ευρώ, θα παραχθούν 60 δις σε νέο νόμισμα, εάν αυτή
καθοριστεί σε 1 προς 2 τότε θα χρειαστεί παραγωγή διπλάσιου ποσού, στην
περίπτωσή μας 120 δις νέες δραχμές.
Μέχρι αυτή
τη στιγμή δεν υπάρχει κανένας λόγος για οποιαδήποτε διακύμανση της ισοτιμίας
του νέου νομίσματος, με δεδομένο μάλιστα ότι αυτή θα είναι «κλειδωμένη» και το
νόμισμα δεν θα έχει εισαχθεί στις παγκόσμιες χρηματαγορές για να υποστεί
υποτιμητική κερδοσκοπία σε βάρος του. Έτσι, το ζήτημα είναι πως θα εξελιχθεί η
οικονομία απ’ εδώ και εμπρός. Αν θα εφαρμοστεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο παραγωγικής
ανασυγκρότησης και εξυπηρέτησης των ζωτικών αναγκών της κοινωνίας (παιδεία,
υγεία, κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση, ριζική καταπολέμηση της ανεργίας κτλ.),
ή η ίδια οικονομία θα παραδοθεί για μια ακόμη φορά στις βουλιμικές διαθέσεις
των καρτέλ και στην αλόγιστη κερδοσκοπία τους, ή εάν η παραγωγή του χρήματος
κατευθυνθεί -όπως σήμερα- στην εξυπηρέτηση του χρέους. Τότε και με το νέο
νόμισμα θα υπάρξουν σοβαρότατα προβλήματα, πολύ περισσότερο εάν δεν αλλάξει
ριζικά ο τομέας της παραγωγής, ο οποίος στην προκειμένη περίπτωση ταυτόχρονης
εξυπηρέτησης του χρέους θα πρέπει να φτάσει σε ένα τέτοιο σημείο παραγωγικού
υπερπλεονάσματος, που φαντάζει αδύνατο ακόμη και για πολύ πιο ισχυρές
οικονομίες από τη δική μας. Για το λόγο αυτό η διαγραφή του χρέους αποτελεί
αδήριτη ανάγκη, έτσι κι αλλιώς και πάει μαζί ως ενιαία και αδιαίρετη λύση με το
εθνικό νόμισμα.
Ας δούμε
όμως τι θα συμβεί αν προχωρήσουμε και δώσουμε αυξήσεις σε κάθε είδους εισόδημα
κυρίως σε μισθούς και σε συντάξεις. Ας φέρουμε ένα παράδειγμα, που μου το έδωσε
ένας φίλος -ο Αλέξανδρος- σε πρόσφατη ανταλλαγή απόψεων μαζί του και είναι
αρκούντως παραστατικό:
Ας πούμε ότι
έχουμε μια καφετέρια, το επενδυμένο κεφάλαιο που υπάρχει ήδη έχει τη δυνατότητα
παραγωγής, ας πούμε, 500 καφέδες την ημέρα. Λόγω της κρίσης παράγει μόνο 200
καφέδες, αφού ενώ υπάρχουν και άλλα άτομα που θα ήθελαν να πιούν καφέ δεν έχουν
τη δυνατότητα να το κάνουν λόγω οικονομικής δυσπραγίας. Η καφετέρια φυτοζωεί
και την πνίγουν τα χρέη, ενώ το επενδυμένο κεφάλαιο απαξιώνεται όλο και πιο
πολύ κάθε μέρα που περνάει, μέρος του προσωπικού απολύεται (ανεργία) και η
καφετέρια κινδυνεύει με οριστικό «λουκέτο».
Με την
παροχή εισοδήματος θα δοθεί η δυνατότητα σε αυτούς, που μέχρι τώρα δεν είχαν τη
δυνατότητα, να προσέλθουν να πιούν καφέ. Αυτό σημαίνει ότι το κεφάλαιο της
καφετέριας θα παράξει άμεσα περισσότερο πλούτο. Πολύ σύντομα ο ιδιοκτήτης της
καφετέριας θα αντιληφθεί ότι προκειμένου να καλύψει τη ζήτηση θα πρέπει να
προσλάβει πίσω το προσωπικό που είχε αναγκαστεί να απολύσει και θα το κάνει
βλέποντας τον τζίρο να αυξάνεται, τα κέρδη του να μεγαλώνουν και να
δημιουργούνται προοπτικές αντί για εξυπηρέτηση 500 πελατών την ημέρα, να μπορεί
να εξυπηρετήσει 1.000 πελάτες (νέες επενδύσεις).
Μέχρι τότε
δεν έχει κανένα λόγο να αυξήσει τις τιμές και να δημιουργήσει πληθωρισμό, ενώ
το νόμισμα δεν έχει κανένα λόγο να υποτιμηθεί. Φυσικά, αν αντί για την
δυνατότητα εξυπηρέτησης 1.000 πελατών το διαθέσιμο εισόδημα φτάσει για την
ικανοποίηση ας πούμε 10.000, ενώ το επενδυμένο κεφάλαιο στην καφετέρια αρκεί για
τους 1.000, τότε ναι θα υπάρξει πληθωρισμός, αφού ο ιδιοκτήτης της καφετέριας
θα αυξήσει τις τιμές και θα πει πχ 50 ευρώ ο καφές κι όποιος έχει. Γι’ αυτό η
αύξηση των εισοδημάτων οφείλει να συμβαδίζει με την αύξηση της παραγωγικότητας
της εργασίας και τη εν γένει απόδοση του κεφαλαίου.
Στο
παράδειγμα της καφετέριας όμως, σύντομα θα υπάρξει και άλλο πρόβλημα. Θα
τελειώσει ο καφές που είναι εισαγόμενο είδος. Τότε πρέπει να εξευρεθεί το
αναγκαίο συνάλλαγμα για την αγορά του καφέ και των άλλων πρώτων υλών που είναι
απαραίτητες για τη λειτουργία της καφετέριας (και φυσικά για ολόκληρη την
εθνική οικονομία).
Με δεδομένο
το γεγονός ότι το έλλειμα στο εμπορικό μας ισοζύγιο δεν είναι μεγάλο και
μάλιστα σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία υπερκαλύπτεται από πλεονάσματα που
δημιουργούνται από άλλες δραστηριότητες (π.χ. μεταφορές, τουρισμός), τότε το
πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί με διάφορους τρόπους. Π.χ. με διακρατικές
συμφωνίες -που σήμερα η ΕΕ δεν τις επιτρέπει-, με συμφωνίες κλίρινγκ και
εξεύρεση εναλλακτικών πηγών προμήθειας καυσίμων, πρώτων υλών, κεφαλαιουχικού
εξοπλισμού κτλ. Εάν μάλιστα χρησιμοποιηθούν τα υπάρχοντα αποθεματικά στις
τράπεζες κτλ σε ευρώ, τότε τουλάχιστον μέχρι να εξαντληθούν τα αποθέματα αυτά,
θα μπορούν οι προμήθειες αυτές βασικών ειδών να εξυπηρετούνται σε σκληρό
συνάλλαγμα. Και γνωρίζουμε πολύ καλά από τα επίσημα στοιχεία, ότι τα
αποθεματικά αυτά σε ρευστό και σε άμεσα ρευστοποιήσιμους τίτλους, που έχουν
στην κατοχή τους οι τράπεζες και είναι σήμερα δεσμευμένοι από την ΕΚΤ, οι
οποίοι με την απεμπλοκή μας από την ΕΕ απελευθερώνονται, επαρκούν για
τουλάχιστον τρία χρόνια, ακόμα και αν παγώσουν ολοκληρωτικά οι συναλλαγές μας
με το εξωτερικό, δηλαδή κανένας τουρίστας να μην έλθει στην Ελλάδα, κανένα
εμπορικό πλοίο να μη δέσει σε ελληνικό λιμάνι, κανένα αεροπλάνο να μην
προσγειωθεί σε ελληνικό αεροδρόμιο, καμία εξαγωγή προϊόντος να μην
πραγματοποιηθεί. Πράγμα βεβαίως εντελώς αδύνατο να συμβεί, έστω κι αν
υποθέσουμε ότι θα υπάρξουν ισχυρά αντίμετρα από πλευράς δανειστών, τους οποίους
όμως δεν θα έχουμε πια μεγάλη ανάγκη απευθυνόμενοι πλέον στο σύνολο του πλανήτη
για σχέσεις και συναλλαγές και όχι αποκλειστικά εντός του πλαισίου της
ευρωένωσης που μας καθημάζει. Εδώ η πολυπολικότητα και η παγκοσμιοποίηση
έρχεται να βοηθήσει τις διαδικασίες απεξάρτησης μας και της ακολουθίας μιας
ανεξάρτητης και πολυδιάστατης πολιτικής. Ταυτόχρονα με τη σταθεροποίηση της
οικονομίας και τους ρυθμούς ανάπτυξής της που θα επιτυγχάνει ανασυγκροτούμενη,
θα σταθεροποιείται και το νέο εθνικό νόμισμα και -αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται-
μάλλον υπερτιμητικές τάσεις θα δεχθεί, όταν μετά από δύο, ή τρία χρόνια η
κυβέρνηση θα αποφασίσει την έκθεσή του στις διεθνείς χρηματαγορές.
Συνοψίζοντας,
είναι δυνατό από την πρώτη ημέρα να υπάρξει εμφανής βελτίωση κάθε οικονομικού
μεγέθους. Με πρώτο εργαλείο -αλλά όχι το μοναδικό- την αποκατάσταση των
εισοδημάτων. Όχι μόνο για την ανακούφιση του πληθυσμού, αλλά κυρίως για καθαρά
οικονομικούς λόγους αναθέρμανσης της οικονομικής δραστηριότητας μέσω της
δημιουργίας τζίρου στην αγορά.
Έτσι, πέραν
του δημιουργικού αρχικού σοκ που θα προκληθεί με την αποκατάσταση των
εισοδημάτων στο επίπεδο της προ μνημονίων εποχής, και την απαλλαγή από το βάρος
του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, που θα τονώσουν δραστικά την εσωτερική αγορά
και θα δώσουν ώθηση στην ανάκαμψη, περαιτέρω αύξηση εισοδημάτων θα υπάρξει
σταδιακά και αναλογικά με την επιτυγχανόμενη οικονομική ανάπτυξη, μέσω της
επιδιωκόμενης παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Φυσικά, ταυτόχρονα
απαιτείται να ληφθεί σειρά άλλων υποστηρικτικών μέτρων και πολιτικών προστασίας
της εγχώριας παραγωγής και της απαλλαγής της εγχώριας επίσης αγοράς από τα
καρτέλ, έτσι ώστε το όλο εγχείρημα να αποβεί επιτυχές και μάλιστα στον ελάχιστο
δυνατό χρόνο.
Τελικός
στόχος είναι, να εισέλθουμε το ταχύτερο δυνατό σε καθεστώς πλήρους
απασχόλησης και απορρόφησης του συνόλου της ανεργίας, με αξιοπρεπείς
αμοιβές που θα εκκινήσουν από τα επίπεδα του 2009 και θα αυξάνονται ανάλογα με
τους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας.
Ο στόχος
αυτός είναι απόλυτα ρεαλιστικός και εφικτός, εφ’ όσον τηρηθεί το σχέδιο
υλοποίησης των πολιτικών που απαιτούνται. Όπως λέει και ο φίλος Αλέξανδρος το
ότι δεν μπορούμε να γίνουμε εκατομμυριούχοι σε μια μέρα δε σημαίνει ότι δεν
μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα από την πρώτη κιόλας ημέρα.
Η διαγραφή
του συνόλου του χρέους συνοδευόμενη με την έξοδο από την ευρωένωση και την
καθιέρωση εθνικού κρατικού νομίσματος, μαζί με τη ριζική αλλαγή του κράτους,
την αποκατάσταση της δημοκρατίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών και
επίσης την αποκατάσταση της δικαιοσύνης θα σηματοδοτήσουν -σε πείσμα των
καταστροφολόγων ευρωλάγνων- εξ αρχής μια νέα ελληνική άνοιξη και προκοπή για τη
χώρα και τον ελληνικό λαό.
*το άρθρο
αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ανάποδα»
Πηγή: ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ-ΕΠΑΜ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου